âcre
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
âcre | âcres |
âcre (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Δείτε επίσης : acre |
ενικός | πληθυντικός |
âcre | âcres |
âcre (fr) αρσενικό ή θηλυκό