ædoio-
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ædoio- < αρχαία ελληνική αἰδοῖον
Προφορά[επεξεργασία]
Πρόθημα[επεξεργασία]
ædoio- (fr)
- (ιατρική) (παρωχημένο) αιδοιο-
ædoio- (fr)