çözüm

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

çözüm < çözmek

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

çözüm (tr)

  • η λύση ενός προβλήματος