ébaubi
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ébaubi παλαιά γαλλική abaubi < abaubir (κάνω κάποιον να τραυλίζει) < λατινική balbus (τραυλός)
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | ébaubi | ébaubis |
θηλυκό | ébaubie | ébaubies |
ébaubi (fr)