épinard
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
épinard | épinards |
épinard (fr) αρσενικό
- το σπανάκι (το φυτό)
- (πληθυντικός) το σπανάκι (τα φύλλα, που τρώγονται)