épousailles
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
< espousailles < από το λατινικό sponsalia, αρραβώνες < sponsus, ο σύζυγος
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
épousailles (fr) θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό
- τα στεφανώματα