ĥameleono
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ĥameleono < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ĥameleono | ĥameleonoj |
αιτιατική | ĥameleonon | ĥameleonojn |
ĥameleono (eo)
- (ζωολογία) ο χαμαιλέοντας