Αίγλη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: αίγλη

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Αίγλη < αρχαία ελληνική Αἴγλη < αίγλη < ἀγλαός (ο λαμπερός)

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Αίγλη θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]