Βύβλος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: βύβλος, Βίβλος, βίβλος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Βύβλος
      γενική της Βύβλου
    αιτιατική τη Βύβλο
     κλητική Βύβλε
Κατηγορία όπως «άμπελος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Άποψη της Βύβλου.

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Βύβλος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική Βύβλος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈvi.vlos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Βύ‐βλος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Βύβλος θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Βύβλος
      γενική τοῦ Βύβλου
      δοτική τῷ Βύβλ
    αιτιατική τὸν Βύβλον
     κλητική ! Βύβλε
2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Βύβλος < χαναανικό G-B-L (Gubla). Συγγγενή: εβραϊκή גבל (Gebal), αραβική جبيل (Jbeil) -λιβανoαραβικό-

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Βύβλος θηλυκό

  • πόλη των Φοινίκων, χτισμένη στις ακτές του Λιβάνου. Κατά τους φοινικικούς χρόνους ήταν μεγάλο ναυτιλιακό και εμπορικό κέντρο, κυρίως εξαγωγής παπύρου.

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]