Γενεύη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Γενεύη
      γενική της Γενεύης
    αιτιατική τη Γενεύη
     κλητική Γενεύη
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Γενεύη < γαλλική Genève < λατινική Geneva[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ʝeˈne.vi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Γε‐νεύ‐η

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Γενεύη θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)