Ευστάθιος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ευστάθιος | οι | Ευστάθιοι |
γενική | του | Ευστάθιου & Ευσταθίου |
των | Ευστάθιων & Ευσταθίων |
αιτιατική | τον | Ευστάθιο | τους | Ευστάθιους & Ευσταθίους |
κλητική | Ευστάθιε | Ευστάθιοι | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Ευστάθιος < αρχαία ελληνική Εὐστάθιος
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /efˈsta.θi.os/
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ευστάθιος αρσενικό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδινάλιος' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Επίσημοι όροι (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)