Θεσσαλονικιά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: θεσσαλονικιά

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Θεσσαλονικιά οι Θεσσαλονικιές
      γενική της Θεσσαλονικιάς των Θεσσαλονικιών
    αιτιατική τη Θεσσαλονικιά τις Θεσσαλονικιές
     κλητική Θεσσαλονικιά Θεσσαλονικιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Θεσσαλονικιά < Θεσσαλονικ-(ιός) + -ιά [1]

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Θεσσαλονικιά θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη Θεσσαλονίκη

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Θεσσαλονικιός

Αναφορές[επεξεργασία]