Κῦρος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Κύρος, κύρος, κῦρος, κυρός

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Κῦρος < (άμεσο δάνειο) αρχαία περσική 𐎤𐎢𐎽𐎢𐏁 (kuruš)

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Κῦρος αρσενικό