Πτωχοπρόδρομος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: πτωχοπρόδρομος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Πτωχοπρόδρομος < πτωχός + κύριο όνομα Πρόδρομος

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pto.xoˈpɾo.ðɾo.mos/

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Πτωχοπρόδρομος αρσενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]