Τουρκοκρατία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Τουρκοκρατία | οι | Τουρκοκρατίες |
γενική | της | Τουρκοκρατίας | των | Τουρκοκρατιών |
αιτιατική | την | Τουρκοκρατία | τις | Τουρκοκρατίες |
κλητική | Τουρκοκρατία | Τουρκοκρατίες | ||
Κανονικά στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Τουρκοκρατία < τουρκοκρατία < Τούρκ(ος) + -ο- + -κρατία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /tuɾ.ko.kɾaˈti.a/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
Τουρκοκρατία θηλυκό
- (ιστορία) η περίοδος τουρκοκρατίας στην ελληνική ιστορία (1453-1821 που άρχισε και νωρίτερα από την άλωση της Κωνσταντινούπολης για ορισμένες περιοχές)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Τουρκοκρατία στη Βικιπαίδεια
- Οθωμανική περίοδος στην Ελληνική Ιστορία, Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, 2007.
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Τουρκοκρατία
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -κρατία (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ιστορία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)