Φρειδερίκος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Φρειδερίκος < γερμανική Friedrich < πρωτογερμανική *Friþurīkijaz (γαλήνιος / ειρηνικός κυβερνήτης)
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Φρειδερίκος αρσενικό