έμφραγμα του μυοκαρδίου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | έμφραγμα του μυοκαρδίου | τα | εμφράγματα του μυοκαρδίου |
γενική | του | εμφράγματος του μυοκαρδίου | των | εμφραγμάτων του μυοκαρδίου |
αιτιατική | το | έμφραγμα του μυοκαρδίου | τα | εμφράγματα του μυοκαρδίου |
κλητική | έμφραγμα του μυοκαρδίου | εμφράγματα του μυοκαρδίου | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
έμφραγμα του μυοκαρδίου ουδέτερο
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
έμφραγμα του μυοκαρδίου
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'όνομα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Πολυλεκτικοί όροι με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Κλίση ουδέτερων πολυλεκτικών όρων με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ιατρική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)