αβιοτικός παράγοντας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αβιοτικός παράγοντας < → δείτε τη λέξη  αβιοτικός και παράγοντας

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

αβιοτικός παράγοντας αρσενικό

  1. (βιολογία) οποιοσδήποτε παράγοντας φυσικός ή τεχνητός ακατάλληλος στη διατήρηση της ζωής.
  2. γενικότερα, οποιαδήποτε συμβολή παράγοντα στο οικοσύστημα που δεν προέρχεται από την έμβια φύση, όπως π.χ. το κλίμα

Μεταφράσεις[επεξεργασία]