ἀβοηθήτως

Από Βικιλεξικό
(Ανακατεύθυνση από αβοηθήτως)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀβοηθήτως (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική ἀβοήθητ(ος) + -ως

Επίρρημα[επεξεργασία]

ἀβοηθήτως

Αναφορές[επεξεργασία]


Πηγές[επεξεργασία]