αγαθοπάροχος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

→ λείπει η κλίση

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αγαθοπάροχος < λείπει η ετυμολογία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.ɣa.θoˈpa.ɾo.xos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐γα‐θο‐πά‐ρο‐χος

Επίθετο[επεξεργασία]

αγαθοπάροχος, -ος, -ο

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • (Χρειάζεται τεκμηρίωση…), ιδίως ο τύπος του θηλυκού και οι γενικές πτώσεις