αεράγημα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το αεράγημα τα αεραγήματα
      γενική του αεραγήματος των αεραγημάτων
    αιτιατική το αεράγημα τα αεραγήματα
     κλητική αεράγημα αεραγήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αεράγημα < αερ- + ἄγημα, μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική troupe aéroportée[1]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αεράγημα ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]