ακρομεγαλία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ακρομεγαλία οι ακρομεγαλίες
      γενική της ακρομεγαλίας των ακρομεγαλιών
    αιτιατική την ακρομεγαλία τις ακρομεγαλίες
     κλητική ακρομεγαλία ακρομεγαλίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ακρομεγαλία < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική acromégalie < αρχαία ελληνική ἄκρον + μέγας). Μορφολογικά αναλύεται σε ακρο- + μεγαλ- + -ία

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.kɾo.me.ɣaˈli.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐κρο‐με‐γα‐λί‐α

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ακρομεγαλία θηλυκό

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • GΗRH στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις[επεξεργασία]