ἀλέξω

Από Βικιλεξικό
(Ανακατεύθυνση από αλέξω)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

→ λείπει η κλίση

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀλέξω < αλεκ- + σ, ρίζα όμοια με την ἀλκή (δύναμη)

Ρήμα[επεξεργασία]

ἀλέξω τινί τι και ἀλεξέω και ἀλέκω

ἀλέξειν τούτοις κακόν
  • εὔχοιτο τοσοῦτον χρόνον ζῆν ἔστε νικῴη καὶ τοὺς εὖ καὶ κακῶς ποιοῦντας ἀλεξόμενος : προσευχόταν (ο Κύρος) να ζήσει αρκετά ώστε να υπερισχύσει ανταποδίδοντας και σε εκείνους που τον ευεργέτησαν και σε εκείνους που τον έβλαψαν (Ξενοφών, Κύρου Ανάβαση, Βιβλίο Α΄, 9.11)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • θέμα ἀλέξ- + συνδ. φωνήεν ι : σε λόγιες λέξεις της νέας ελληνικής ως πρώτο συνθετικό (αλεξ-/αλεξι-) σημαίνει απώθηση, απομάκρυνση κάποιου κακού το οποίο δηλώνεται με το δεύτερο συνθετικό
  • θέμα ἀλκ- < ἀλεκ- , ἀρκ

Σύνθετα[επεξεργασία]