αλληλεπενέργεια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αλληλεπενέργεια < αλληλ- + επενέργεια
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αλληλεπενέργεια θηλυκό
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αλληλεπενέργεια
|