αλλιγάτορας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αλλιγάτορας < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αλλιγάτορας αρσενικό
- → δείτε τη λέξη αλιγάτορας
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αλλιγάτορας
→ δείτε τη λέξη αλιγάτορας |