αλυσίδα κοινοποιήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αλυσίδα κοινοποιήσεων < αλυσίδα + κοινοποιήσεων
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αλυσίδα κοινοποιήσεων θηλυκό
- ψηφιακή τεχνολογία για δημόσια, αποκεντρωμένη σειρά δεδομένων, ομαδοποιημένων κρυπτογραφικά με χρονικά αριθμημένα τμήματα, που χρησιμοποιείται στα Bitcoin
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αλυσίδα κοινοποιήσεων
|