αναξιοπαθώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ἀναξιοπαθῶ

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αναξιοπαθώ < (ελληνιστική κοινήἀναξιοπαθέω / ἀναξιοπαθῶ < αρχαία ελληνική ἀνάξιος + πάσχω

Ρήμα[επεξεργασία]

αναξιοπαθώ

Συγγενικά[επεξεργασία]

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]