αντιισταμινικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αντιισταμινικός η αντιισταμινική το αντιισταμινικό
      γενική του αντιισταμινικού της αντιισταμινικής του αντιισταμινικού
    αιτιατική τον αντιισταμινικό την αντιισταμινική το αντιισταμινικό
     κλητική αντιισταμινικέ αντιισταμινική αντιισταμινικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αντιισταμινικοί οι αντιισταμινικές τα αντιισταμινικά
      γενική των αντιισταμινικών των αντιισταμινικών των αντιισταμινικών
    αιτιατική τους αντιισταμινικούς τις αντιισταμινικές τα αντιισταμινικά
     κλητική αντιισταμινικοί αντιισταμινικές αντιισταμινικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αντιισταμινικός < (λόγιο δάνειο) γαλλική antihistaminique[1]

Επίθετο[επεξεργασία]

αντιισταμινικός

  1. (φαρμακευτική) με τη βοήθεια του οποίου καταπολεμάται η ισταμίνη
  2. (ουσιαστικοποιημένο) αντιισταμινικό: το σχετικό φάρμακο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]