αντικαπιταλισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αντικαπιταλισμός < αντι- + καπιταλισμός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική anticapitalism)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αντικαπιταλισμός ουδέτερο
- (πολιτική) αντίθεση στον καπιταλισμό
Συγγενικά[επεξεργασία]
- αντικαπιταλιστικά
- αντικαπιταλιστικός
- → δείτε τις λέξεις καπιταλισμός και caput
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αντικαπιταλισμός