αντικειμενικότητα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η αντικειμενικότητα οι αντικειμενικότητες
      γενική της αντικειμενικότητας των αντικειμενικοτήτων
    αιτιατική την αντικειμενικότητα τις αντικειμενικότητες
     κλητική αντικειμενικότητα αντικειμενικότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αντικειμενικότητα < αντικειμενικός + -ότητα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αντικειμενικότητα θηλυκό

  1. η ιδιότητα του αντικειμενικού, το να είναι κάποιος αντικειμενικός
     αντώνυμα: υποκειμενικότητα
  2. (κατ’ επέκταση) αμεροληψία

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]