αντικομματισμός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αντικομματισμός < αντι- + κομματισμός
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αντικομματισμός αρσενικό
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- αντικομματικά
- αντικομματικός
- → δείτε τις λέξεις κομματισμός, κόμμα και κόβω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αντικομματισμός
|