αποσκευές

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οι αποσκευές
      γενική των αποσκευών
    αιτιατική τις αποσκευές
     κλητική αποσκευές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αποσκευές: πληθυντικός αριθμός του αποσκευή

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.po.sceˈves/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐πο‐σκευ‐ές

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αποσκευές θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

αποσκευές θηλυκό

Πηγές[επεξεργασία]