α τέμπο

Από Βικιλεξικό
(Ανακατεύθυνση από ατέμπο)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

α τέμπο < (μεταγραφή) ιταλική a tempo < a (σε, στον) + tempo (χρόνος)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a ˈtem.po/

Επίρρημα[επεξεργασία]

α τέμπο

  • (μουσική) σημαίνει: να εκτελεστεί στην (αρχική ή προηγούμενη) ταχύτητα
    η ένδειξη στην παρτιτούρα, με πλάγια γράμματα: a tempo

Μεταφράσεις[επεξεργασία]