βλαντζί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

βλαντζί < (άμεσο δάνειο) γαλλική flanc (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
βλαντζί

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /vlanˈd͡zi/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

βλαντζί ουδέτερο (και βλαντζίν)

Άλλες μορφές[επεξεργασία]