βογκώ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- βογκώ < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική γογγῶ → και δείτε τη λέξη βογκάω
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /voŋˈɡo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : βο‐γκώ
Ρήμα[επεξεργασία]
βογκώ
- άλλη μορφή του βογκάω
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ρήματα (νέα ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)