βουστροφηδόν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- βουστροφηδόν < αρχαία ελληνική βουστροφηδόν
Επίρρημα[επεξεργασία]
βουστροφηδόν
- που η φορά της γραφής αλλάζει σε κάθε σειρά
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- βουστροφηδόν < από τα βοῦς, στροφή (ή στρέφω) και το επίθημα -ηδόν (επειδή είναι αντίστοιχη με την κίνηση που κάνει το βόδι όταν οργώνουμε με αυτό)
Επίρρημα[επεξεργασία]
βουστροφηδόν
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ Theodosii Canones. Editoris Annotatio Critica. Indices: 3, σελ. 1170 (786,18 Paullo aliter Cod. Ottobon 173 f.186)