γείτσες
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈʝi.t͡ses/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : γεί‐τσες
Επιφώνημα[επεξεργασία]
γείτσες!
- ευχή σε κάποιον που φτερνίστηκε (να έχει την υγειά του)
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη υγεία
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
γείτσες
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ γείτσες - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας