γιάνκα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γιάνκα < αγγλική yanka εκ του jeronimo yanka

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γιάνκα ουδέτερο άκλιτο
  • ευρωπαϊκός εύθυμος χορός των αρχών της δεκαετίας του 1960, που έχει καταστεί κλασικός