γιορούμπα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γιορούμπα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό ή θηλυκό
Δείτε επίσης : Κατηγορία:Γλώσσα γιορούμπα |
γιορούμπα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό ή θηλυκό