γκρουμ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γκρουμ < (λόγιο δάνειο) γαλλική groom < αγγλική groom[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈgɾum/
τυπογραφικός συλλαβισμός: γκρούμ

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γκρουμ αρσενικό άκλιτο

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

  • γκρούμ (παλιά πολυτονική γραφή)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]