γλουτός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο γλουτός οι γλουτοί
      γενική του γλουτού των γλουτών
    αιτιατική τον γλουτό τους γλουτούς
     κλητική γλουτέ γλουτοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γλουτός < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική γλουτός

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ɣluˈtos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: γλου‐τός

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γλουτός αρσενικό

  • (ανατομία, λόγιο) το καθένα από τα δύο σαρκώδη ημισφαίρια που σχηματίζονται στην πίσω πλευρά του ανθρώπινου σώματος, χαμηλά, μεταξύ της μέσης και των μηρών, η περιοχή αριστερά και δεξιά από τον πρωκτό
    πολλές ενέσεις γίνονται στον γλουτό

Συνώνυμα[επεξεργασία]

λόγια

καθομιλουμένη:

→ και δείτε τη λέξη κώλος

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική γλουτός οἱ γλουτοί
      γενική τοῦ γλουτοῦ τῶν γλουτῶν
      δοτική τῷ γλουτ τοῖς γλουτοῖς
    αιτιατική τὸν γλουτόν τοὺς γλουτούς
     κλητική ! γλουτέ γλουτοί
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  γλουτώ
γεν-δοτ τοῖν  γλουτοῖν
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γλουτός < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γλουτός, -οῦ αρσενικό

Πηγές[επεξεργασία]