γλυκάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: γλυκάδι

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το γλυκάκι τα γλυκάκια
      γενική
    αιτιατική το γλυκάκι τα γλυκάκια
     κλητική γλυκάκι γλυκάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γλυκάκι < γλυκ(ό) + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ɣliˈka.ci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: γλυ‐κά‐κι

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γλυκάκι, ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]