γραφίτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο γραφίτης οι γραφίτες
      γενική του γραφίτη των γραφιτών
    αιτιατική τον γραφίτη τους γραφίτες
     κλητική γραφίτη γραφίτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γραφίτης < λόγιο ενδογενές δάνειο: γερμανική Graphit < αρχαία ελληνική γράφω + -it (-ίτης)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ɣɾaˈfi.tis/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γραφίτης αρσενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]