διπλό τυφλό τεστ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
διπλό τυφλό τεστ ουδέτερο
- κλινικό τεστ που γίνεται χωρίς να ξέρουν ούτε οι ασθενείς ούτε οι ιατροί ποιοι παίρνουν τα αληθινά φάρμακα και ποιοι τα πλασέμπο
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
διπλό τυφλό τεστ