δι-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

  1. δι- < δισ- < αριθμητικό επίρρημα δις
  2. δι- < δια- πριν από φωνήεν < πρόθεση διά (και δι' (με έκθλιψη)

Πρόθημα[επεξεργασία]

δι- ή δί- ( < δισ-, δις, δύο φορές)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

δείτε και

Πρόθημα[επεξεργασία]

δι- (διά- ή δια- πριν από φωνήεν με έκθλιψη)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Πρόθημα[επεξεργασία]

δι- ή δί-

  1. (< δισ- < δίς, δύο φορές) πρόθημα λέξεων που δηλώνουν πλήθος δύο στοιχείων
    διγαμῶ (κάνω δεύτερο γάμο)
    δίμουρος (διπρόσωπος)
  2. (διά- ή δια- πριν από φωνήεν) → δείτε τη λέξη δια-
    διαφεντεύω

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

όπως Μεσαιωνικές ελληνικές λέξεις με πρόθημα δισ- στο Βικιλεξικό

όπως Μεσαιωνικές ελληνικές λέξεις με πρόθημα δια- στο Βικιλεξικό



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Πρόθημα[επεξεργασία]

δι- ή δί-

  1. (< δισ- < δίς, δύο φορές) πρόθημα λέξεων που δηλώνουν πλήθος δύο στοιχείων
    δικότυλος
    δίσημος
  2. (διά- ή δια- πριν από φωνήεν) → δείτε τη λέξη δια-
    διάγω

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

όπως Αρχαίες ελληνικές λέξεις με πρόθημα δισ- στο Βικιλεξικό

όπως Αρχαίες ελληνικές λέξεις με πρόθημα δια- στο Βικιλεξικό