δράκουλας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- δράκουλας < αγγλική Dracula, το μυθιστόρημα του Μπραμ Στόκερ Δράκουλας, που εκδόθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1890, βασισμένο στο θρύλο του Κόμη Δράκουλα (Βλαντ Γ΄ Τσέπες)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
δράκουλας αρσενικό
- καθιερωμένη, από τη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο, μορφή βρικόλακα, με μαύρη κάπα και δόντια που προεξέχουν
Παράγωγα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
δράκουλας
|