εγκεφαλικά

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εγκεφαλικά < εγκεφαλικός

Επίρρημα[επεξεργασία]

εγκεφαλικά

  • όσον αφορά στον εγκέφαλο
    εγκεφαλικά νεκρός
  • υπερτονίζοντας τη λογική εις βάρος του συναισθήματος, ψυχρά

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

εγκεφαλικά