εγκεφαλονωτιαίος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο εγκεφαλονωτιαίος η εγκεφαλονωτιαία το εγκεφαλονωτιαίο
      γενική του εγκεφαλονωτιαίου της εγκεφαλονωτιαίας του εγκεφαλονωτιαίου
    αιτιατική τον εγκεφαλονωτιαίο την εγκεφαλονωτιαία το εγκεφαλονωτιαίο
     κλητική εγκεφαλονωτιαίε εγκεφαλονωτιαία εγκεφαλονωτιαίο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι εγκεφαλονωτιαίοι οι εγκεφαλονωτιαίες τα εγκεφαλονωτιαία
      γενική των εγκεφαλονωτιαίων των εγκεφαλονωτιαίων των εγκεφαλονωτιαίων
    αιτιατική τους εγκεφαλονωτιαίους τις εγκεφαλονωτιαίες τα εγκεφαλονωτιαία
     κλητική εγκεφαλονωτιαίοι εγκεφαλονωτιαίες εγκεφαλονωτιαία
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «ωραίος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εγκεφαλονωτιαίος < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο[επεξεργασία]

εγκεφαλονωτιαίος, -α, -ο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]