εμπαθώς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- εμπαθώς < → λείπει η ετυμολογία
Επίρρημα[επεξεργασία]
εμπαθώς
- με έντονη εχθρότητα, με αρνητικά συναισθήματα
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
εμπαθώς
|