εξής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εξής < αρχαία ελληνική ἑξῆς

Επίρρημα[επεξεργασία]

εξής

  1. στη συνέχεια, σε αυτό που ακολουθεί
    οι όροι του συμβολαίου αναφέρονται στις σελίδες 10 και εξής
  2. εις το εξής: από δω και πέρα, στο μέλλον
    Είμαστε εις το «εμείς» κι' όχι εις το «εγώ». Και εις το εξής να μάθωμεν γνώση, αν θέλωμεν να φκειάσωμεν χωριόν, να ζήσωμεν όλοι μαζί (Μακρυγιάννης, Απομνημονεύματα)
  3. ως εξής: έτσι όπως αναφέρεται στη συνέχεια, ως ακολούθως
  4. (με άρθρο, ως επίθετο ή ουσιαστικό) ο ακόλουθος
    συμφωνώ με τις εξής προϋποθέσεις ...

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]